«Θάβονται ταλέντα στην Ελλάδα»Βασίλης Τσαμπρόπουλος: Ο δεύτερος έλληνας της διεθνούς δισκογραφικής ECMΉταν απλό. Μια κασέτα με σόλο πιάνο έφτασε στον παραγωγό Μάνφρεντ Άιχερ, και από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκε δίπλα του στο Όσλο να ηχογραφούν μαζί την πρώτη του διεθνή παραγωγή. Τόσο απλό: ο πιανίστας Βασίλης Τσαμπρόπουλος συγκαταλέγεται πλέον στους καλλιτέχνες της διεθνούς φήμης δισκογραφικής εταιρείας ECM. Εκεί που ονειρεύονται να δουν το όνομα τους δεκάδες χιλιάδες μουσικοί από όλη την Ευρώπη, εκεί που μόνο η Ελένη Καραΐνδρου (από εμάς τους Έλληνες) έχει κατορθώσει να φτάσει.
Είναι ίσιος η σημαντικότερη στιγμή της καριέρας του. «Ό,τι καλύτερο μπορεί να φανταστεί σήμερα ένας μουσικός στην Ελλάδα. Και μια μεγάλη ηθική ικανοποίηση βεβαίως», λέει ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος χαμογελώντας, με εκείνο το χαμόγελο που φωτίζει το πρόσωπο και φτάνει μέχρι την άκρη των ματιών του. Μιλώντας μαζί του πήρα λίγη από τη χαρά του για τη νέα προοπτική που ανοίγεται τώρα στην καριέρα του, αλλά και αρκετή δόση πικρίας για αυτά που αντιμετωπίζει ένα πρώην παιδί- θαύμα που βρίσκεται στον χώρο από τα 15 του χρόνια. Αυτό και εκατοντάδες άλλα παιδιά που αποφασίζουν να ακολουθήσουν τον δύσκολο δρόμο του μουσικού στην Ελλάδα. Όχι, ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος δεν είναι ένας από τους «πληγωμένους», επειδή δεν είχε την τύχη να αναγνωριστεί το ταλέντο του. Ίσα-ίσα. Όταν ακόμα και ένας Βλαντιμίρ Ασκενάζι έχει εκφραστεί πολλές φορές με θερμά λόγια για το «ταλέντο του Έλληνα σολίστα» και όταν ο ίδιος ο μεγάλος πιανίστας και μαέστρος προγραμματίζει να συμπράξει μαζί του σε μια μελλοντική συναυλία - αυτό θα συμβεί του χρόνου στο Μέγαρο Μουσικής - είναι εμφανές ότι, αν μη τι άλλο, έχει αποκτήσει ήδη ένα κύρος το όνομα του στον δύσκολο χώρο των κλασικών σολίστ. Ας έρθουμε όμως τώρα στο γεγονός που έδωσε αφορμή για τη συνέντευξη μας, στη συνάντησή που δηλαδή με τον «μάγο» της ECM, Μάνφρεντ Άιχερ, τον παραγωγό που έδωσε σχήμα και στίγμα σε αυτό που λέμε «ήχο της ευρωπαϊκής τζαζ». Κατ' αρχήν πώς έγινε η γνωριμία τους; Μέσω της δικής μας Λύρα; «Όχι. Η γνωριμία μας έγινε χωρίς τη μεσολάβηση κάποιας εταιρείας. Μέσω του Νορβηγού κοντραμπασίστα Άριλντ Άντερσεν. Ενός από τους δύο μουσικούς του τρίο που ηχογραφήσαμε μαζί στην ECM (το τρίτο πρόσωπο είναι ο ντράμερ Τζον Μάρσαλ). Τον Άριλντ Άντερσεν τον γνώρισα πριν από 4 χρόνια, όταν είχα πάρει μια παραγγελία από το Μέγαρο Μουσικής για ένα νέο έργο με καλεσμένους μουσικούς από την Ευρώπη. Με τον Άριλντ επικοινώνησε ο Μάνφρεντ Άιχερ όταν θέλησε να με συναντήσει. Άκουσε μια κασέτα με ένα σόλο πιάνο, δικό μου κομμάτι. Είχε ακούσει και κάποια κλασικά. Έμαθα μετά, ότι είπε αμέσως "θέλω να κάνω έναν δίσκο με αυτόν τον μουσικό". Εγώ δεν είχα ιδέα, μέχρι που έφτασε στο σπίτι μου ένα φαξ. Ακόμη δεν το πιστεύω».Ο πιανίστας Βασίλης Τσαμπρόπουλος, ο διεθνούς φήμης κοντραμπασίστας Άριλντ Άντερσεν και ο ντράμερ Τζον Μάρσαλ αποτελούν σήμερα το τέταρτο τρίο της ECM. «Σκεφτείτε ότι το μέτρο σύγκρισης για την ίδια εταιρεία είναι ο Κιθ Τζάρετ, ο Γκάρι Πίκοκ και ο Ζακ Ντεζονέτ. Σκεφτείτε πόσο τιμητικό είναι για μας. Και πόσο αφάνταστα δύσκολο». Ωστόσο, τόση ώρα μιλάμε για τζαζ, όχι για κλασική μουσική. Εκεί κατατάσσεται και το περιεχόμενο του δίσκου τους; «Αυτό που χαρακτηρίζει την τζαζ μουσική της ECM», απαντάει, «είναι ένας πολύ χαρακτηριστικός ήχος, που δεν έχει καμία σχέση με το αμερικανικό "σουίνγκ".Εγώ έχω παίξει και πολλή τζαζ στην Ελλάδα και πάντα ο "βραχνάς" μου ήταν ότι δεν έπαιζα "σουίνγκ". Στην Ευρώπη έχουν κατορθώσει να περάσουν την τζαζ μέσα από την κουλτούρα τους και ουσιαστικά να φτιάξουν έναν δικό τους ήχο. Ο Άιχερ έχει μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για τον ήχο αυτό - τον ήχο που, όπως φαίνεται, βρήκε και στη δουλειά μου. θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι τα κομμάτια αυτά - έξι δικά μου και δύο του Άριλντ Άντερσεν - είναι σύγχρονη μουσική με πολλά στοιχεία τζαζ».
Η ηχογράφηση στο Όσλο Ο δίσκος τους ηχογραφήθηκε στο Όσλο, στο στούντιο Rainbow, εκεί που γίνεται ένα μεγάλο μέρος των ηχογραφήσεων της ECM, με τη συμμετοχή Βεβαίως του Μάνφρεντ Άιχερ. Το άνοιγμα πλέον μιας διεθνούς καριέρας δεν είναι μια μακρινή, θαμπή προοπτική που δεν στηρίζεται παρά μόνο στην... επιθυμία. «Έχουμε ξεκινήσει συναυλίες στο εξωτερικό. Έχουμε κάνει ήδη τέσσερις, πέντε. Είμαστε ακόμα στην αρχή». Τι άλλο περιμένει άραγε από αυτόν τον δίσκο;«Τίποτα. Απλώς είναι για μένα ένα μεγάλο ηθικό στήριγμα. Και μια ικανοποίηση. Γιατί ξέρετε τι συμβαίνει με τις εταιρείες δίσκων στην Ελλάδα. Η Λύρα, για παράδειγμα, μετά τον δίσκο που έκανα το 1990, με ξέχασε. Και με αγνόησε εντελώς όταν ηχογραφήθηκαν όλες οι συναυλίες των Ελλήνων συνθετών στο Μέγαρο Μουσικής. Εγώ σαν να μην υπήρχα. Δυστυχώς τα πράγματα στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολα για τους μουσικούς. Είμαι 18 χρόνια στον χώρο-και ξέρω τι σας λέω. Την έχω Βιώσει καλά την ελληνική πραγματικότητα. Και με ενοχλεί πλέον αυτή η "συνταγή" του Έλληνα που έρχεται από το εξωτερικό και τότε μόνο του δίνουμε σημασία Ζημιώνεται ο τόπος από αυτή τη νοοτροπία. Γιατί θάβονται άνθρωποι με ταλέντο. Εγώ το έχω πει πολλές φορές. Η μόνη αχτίδα φωτός μας ήρθε από το Μέγαρο Μουσικής - η μόνη ελπίδα να οργανωθούν κάπως τα πράγματα, ειδικά στον κλασικό τομέα. Πριν από το Μέγαρο Μουσικής, τι υπήρχε για έναν μουσικό που θέλει να κάνει καριέρα στο πιάνο;».Χάρη Ποντίδα